Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόaggravànte
αρσενικό και θηλ επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [aggraˈvante] 1 ενοχλητικός 2 δυσάρεστος 3 δυσβάστακτος 4 επιβαρυντικός 5 επαχθής permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |