ItalianoGreco


aggiustaménto  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [adʤustaˈmento]

1 επιδιόρθωση
2 επισκευή
3 τακτοποίηση
4 μερεμέτι
5 διόρθωση
6 διακανονισμός
7 φτιάσιμο
8 σιάξιμο
9 διόρθωμα


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---