Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόaffittuàrio
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [affittuˈarjo] 1 εκμισθωτής 2 ένοικος 3 νοικάρης 4 ενοικιαστής 5 μισθωτής permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |