Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόaffidabilità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [affidabiliˈta] 1 αξιοπιστία 2 σταθερότητα μετρήσεων permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |