Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόaffannàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [affanˈnato] 1 ασθμαίνων 2 λαχανιασμένος 3 ανήσυχος 4 με κομμένη ανάσα 5 ξέπνοος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |