Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόaddomesticàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [addomestiˈkato] 1 εξημερωμένος 2 κατοικίδιος 3 μαγειρεμένος 4 νοθευμένος 5 φτιαγμένος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |