addossàre
ρήμα μεταβατικό
Προσφορά I.P.A.: [addosˈsare]
1 αναθέτω φροντίδα
2 αναθέτω
3 επιβαρύνω
4 βάζω
5 διατάζω
6 επιφορτίζω
7 βάζω με την πλάτη κάτω
8 φορτώνω
9 ζεύω
10 ζαλώνω
addossàrsi
ρήμα μέσο μεταβατικό και αμετάβατο
Προσφορά I.P.A.: [addosˈsarsi]
1 επιφορτίζομαι
2 επιβαρύνομαι
3 επωμίζομαι
4 συνωστίζομαι
5 φορτώνομαι
6 κείμαι
7 ακουμπώ
ρήμα μεταβατικό
Προσφορά I.P.A.: [addosˈsare]
1 αναθέτω φροντίδα
2 αναθέτω
3 επιβαρύνω
4 βάζω
5 διατάζω
6 επιφορτίζω
7 βάζω με την πλάτη κάτω
8 φορτώνω
9 ζεύω
10 ζαλώνω
addossàrsi
ρήμα μέσο μεταβατικό και αμετάβατο
Προσφορά I.P.A.: [addosˈsarsi]
1 επιφορτίζομαι
2 επιβαρύνομαι
3 επωμίζομαι
4 συνωστίζομαι
5 φορτώνομαι
6 κείμαι
7 ακουμπώ
permalink
addossare (ρ. μτβ.)
addossarsi (ρ. μ. μτβ. και αμτβ.)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android