Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόabominazióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [abominatˈtsjone] 1 απέχθεια 2 βδέλυγμα 3 σιχαμάρα 4 αντιπάθεια 5 αποστροφή permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |