Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόaborrìre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [aborˈrire] 1 απεχθάνομαι 2 σιχαίνομαι 3 αποστρέφομαι 4 αποτροπιάζομαι aborrìre ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [aborˈrire] απεχθάνομαι (χρησιμοποίησε καλύτερα το aborrire) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |