Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόabrasióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [abraˈzjone] 1 ξέγδαρμα 2 γρατσούνισμα 3 ξύσιμο 4 απόξεση 5 διάβρωση 6 αμυχή 7 λείανση 8 τρίψιμο 9 τριβή 10 γδάρσιμο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |