Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόabbreviàre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [abbreˈvjare] 1 συντομεύω 2 συντέμνω 3 συγκόπτω 4 περιορίζω 5 βραχύνω 6 μικραίνω 7 κονταίνω 8 συντομεύω 9 περικόπτω 10 κόβω κοντά permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |