ItalianoGreco


abbrancàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [abbranˈkare]

μαζεύω τα πρόβατα ή τις γίδες

abbrancàrsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [abbranˈkarsi]

1 καταγίνομαι
2 αρπάζομαι
3 μαζεύω (πρόβατα ή γίδες)
4 αγκαλιάζομαι
5 επιλαμβάνομαι
6 καταπιάνομαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---