Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόabbreviaménto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [abbrevjaˈmento] 1 έκθλιψη γράμματος λέξης 2 περικοπή 3 σύντμηση 4 περίληψη 5 βράχυνση 6 συντόμευση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |