Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόabbigliatùra
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [abbiʎʎaˈtura] 1 ντύσιμο 2 περιβολή 3 κομψό ντύσιμο 4 ένδυση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |