Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

ιεροψάλτης [ουσ αρσ ] Ιησούς [κύρ.όν. αρσ.]
ιερωμένος [ουσ αρσ ] ιθαγένεια {χωρ. πληθ...
ιερώτατος [επίθ.] ιθαγενής {ιθαγεν-ού...
ιερώτατος [επίθ.] ιθαγενής [ουσ αρσ και θηλ.]
ιερώτερος [επίθ.] Ιθάκη [κύρ.όν. θηλ.]
ιεχωβάδες [ουσ αρσ πληθ.] Ιθακήσια [θηλ.ουσ]
Ιεχωβάς {ιεχωβάδες... Ιθακήσιος [ουσ αρσ ]
ιεχωβίτης [ουσ αρσ ] ιθύνων [επίθ.]
ιεχωβού [θηλ.ουσ] ιθυφαλλικός [επίθ.]
ιζάνω [ρ.αμτβ.] ιικός [επίθ.]
ίζημα {ιζήμ-ατος... ικανοποιημένος [επίθ.]
ιζηματικός [επίθ.] ικανοποίηση {-ης κ. -ή...
ιζηματογένεση {-ης κ. -έ... ικανοποιήσιμος [επίθ.]
ιζηματογενής {ιζηματογε... ικανοποιητικά [επίρ.]
ιζηματολογία {χωρ. πληθ... ικανοποιητικός [επίθ.]
ιζηματοποίηση [θηλ.ουσ] ικανοποιητικότατος [επίθ.]
ιζηματώδης {ιζηματώδ-... ικανοποιητικότερος [επίθ.]
Ιζόλδη [κύρ.όν. θηλ.] ικανοποιητικώτατος [επίθ.]
ιζούρια [θηλ.ουσ] ικανοποιητικώτερος [επίθ.]
ιησουΐτες [ουσ αρσ πληθ.] ικανοποιούμαι [ρ. παθ.]
ιησουΐτης {Ιησουιτών... ικανοποιώ [ρ. μτβ.]
ιησουΐτικος [επίθ.] ικανός [επίθ.]
ιησουιτικός [επίθ.] ικανότατος [επίθ.]
ιησουιτισμός {χωρ. πληθ... ικανότερος [επίθ.]
Ιησουίτισσα {Ιησουιτισ... ικανότητα {ικανοτήτω...

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: