Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


οξυθυμία
ουσιαστικό θηλυκό

1 alterabilità
2 infiammabilità
3 irascibilità
4 irritabilità
5 nervoso
6 permalosità
7 piccosità
8 scontrosaggine
9 scontrosità

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  οξύηχος οξύθυμος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---