Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


οξύνω
ρήμα μεταβατικό

1 accentare
2 accentuare
3 acidulare
4 acuire
5 acuminare
6 acutizzare
7 affinare
8 aguzzare
9 appuntare
10 appuntire
11 arrotare
12 assottigliare
13 inacutire
14 inasprire
15 incrudire
16 peggiorare (vt)
17 raffilare (vt)
18 rassottigliare (vt)

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  όξυνση οξυουρίαση  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---