Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


εξουθενώνομαι
ρήμα παθητικό

1 avvili`rsi
2 debilita`rsi
3 immiseri`re
4 immiseri`rsi

εξουθενώνω  
ρήμα μεταβατικό

strema`re, sfini`re, sfibra`re, spossa`re, estenua`re μας εξουθένωσε αυτός o καύσωνας == la canicola ci ha sfinito

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  εξουθενωμένος εξουθένωση  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---