Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόδιανοούμαι
ρήμα παθητικό 1 concepi`re; pensa`re; immagina`re ούτε που διανοήθηκα να σ' εξαπατήσω==non avevo minimamente pensato di ingannarti 2 progetta`re; idea`re; ave`re in mente permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |