Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


διανομέας  
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό

1 distributo`re ~m~
2 ταχυδρόμος posti`no ~m~; portale`ttere ~mf~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  διάνοιχτος διανομή  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---