Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

hostess (θηλ.ουσ) ibernàre (ρ. μτβ. και αμετβ.)
hotèl (ουσ αρσ ) ibernazióne (θηλ.ουσ)
hovercraft (ουσ αρσ ) ibìdem (επίρ.)
humour (ουσ αρσ ) ìbis (ουσ αρσ )
hùmus (ουσ αρσ ) ibìsco (ουσ αρσ )
hurrà (επιφ.) iblèo (επίθ.)
i (οριστ. άρθ.) ibridàre (ρ. μτβ.)
iacintèo (επίθ.) ibridatóre (ουσ αρσ )
iacintìno (επίθ.) ibridazióne (θηλ.ουσ)
Iàcopo (κύρ.όν. αρσ.) ibridìsmo (ουσ αρσ )
ìadi (θηλ. ουσ πληθ.) ìbrido (ουσ αρσ )
ialèa (θηλ.ουσ) ìbrido (επίθ.)
ialìno (επίθ.) ibseniàno (επίθ.)
ialìte (θηλ.ουσ) icàstica (θηλ.ουσ)
ialografìa (θηλ.ουσ) icàstico (επίθ.)
ialòide (θηλ.ουσ) iccàse (ουσ αρσ και θηλ.)
ialurgìa (θηλ.ουσ) iceberg (ουσ αρσ )
iàrda (θηλ.ουσ) icnèumone (ουσ αρσ )
iàto, iàto (ουσ αρσ ) icnografìa (θηλ.ουσ)
iatrogenicità (θηλ.ουσ) icnogràfico (επίθ.)
iatrògeno (επίθ.) icnògrafo (ουσ αρσ )
iattànza (θηλ.ουσ) icòna, icóna (θηλ.ουσ)
iattùra (θηλ.ουσ) icònico (επίθ.)
ibèrico (αρσ. επίθ και ουσ) iconoclàsta (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
ibernànte (επίθ.) iconoclastìa (θηλ.ουσ)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: