Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόibernànte
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [iberˈnante] 1 διαχειμάζων 2 που πέφτει σε χειμέρια νάρκη (για ζώα) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |