Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

testatìna (θηλ.ουσ) tetànico (επίθ.)
testatóre (ουσ αρσ ) tètano (ουσ αρσ )
testatrìce (θηλ.ουσ) tête–à–tête (αρσ. επίθ και ουσ)
tèste (ουσ αρσ και θηλ.) tèti (θηλ.ουσ)
testé (επίρ.) tètide (θηλ.ουσ)
testicolàre (επίθ.) tetraboràto (ουσ αρσ )
testìcolo (ουσ αρσ ) tetrabòrico (επίθ.)
testièra (θηλ.ουσ) tetraciclìna (θηλ.ουσ)
testificàre (ρ. μτβ.) tetraclorometàno (ουσ αρσ )
testimòne (ουσ αρσ ) tetraclorùro (ουσ αρσ )
testimoniàle (αρσ. επίθ και ουσ) tetracòrdo (ουσ αρσ )
testimoniànza (θηλ.ουσ) tetracromìa (θηλ.ουσ)
testimoniàre (ρ. μτβ.) tetradàttilo (επίθ.)
testìna (θηλ.ουσ) tètrade (θηλ.ουσ)
testìsta (ουσ αρσ και θηλ.) tetradimensionàle (επίθ.)
tèsto (ουσ αρσ ) tetradràmma (ουσ αρσ )
testolìna (θηλ.ουσ) tetraèdrico (επίθ.)
testóne (ουσ αρσ ) tetraèdro (ουσ αρσ )
testosteróne (ουσ αρσ ) tetraetìle (ουσ αρσ )
testuàle (επίθ.) tetrafluorùro (ουσ αρσ )
testualménte (επίρ.) tetràggine (θηλ.ουσ)
testùggine (θηλ.ουσ) tetragonàle (επίθ.)
testurizzazióne (θηλ.ουσ) tetràgono (ουσ αρσ )
tèta (ουσ αρσ και θηλ.) tetràgono (επίθ.)
tetanìa (θηλ.ουσ) tetragràmma (ουσ αρσ )

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: