Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtestatóre
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [testaˈtore] 1 άνθρωπος που έχει κάνει διαθήκη θανάτου 2 κληροδότης 3 διαθέτης permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |