Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

quassù (επίρ.) quéllo (δεικτ. επίθ.)
quatèrna (θηλ.ουσ) quercéta (θηλ.ουσ)
quaternàrio (ουσ αρσ ) quercéto (ουσ αρσ )
quaternàrio (επίθ.) quèrcia (θηλ.ουσ)
quaternióne (ουσ αρσ ) quercìno (επίθ.)
quàtto (αρσ. επίθ και ουσ) querciòla (θηλ.ουσ)
quattordicènne (ουσ αρσ ) querèla (θηλ.ουσ)
quattordicènne (θηλ.ουσ) querelànte (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
quattordicènne (επίθ.) querelàre (ρ. μτβ.)
quattordicèsimo (τακτ. αριθμ. επίθ.) querelàrsi (ρ. μ. αμτβ.)
quattórdici ( απόλ. αριθμ. επίθ.) querelàto (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
quattrinàio (ουσ αρσ ) querimònia (θηλ.ουσ)
quattrinàio (επίθ.) quèrulo (επίθ.)
quattrìno (ουσ αρσ ) quesìto (ουσ αρσ )
quàttro ( απόλ. αριθμ. επίθ.) quésti (επίθ.)
quattròcchi (ουσ αρσ και θηλ.) questionàre (ρ.αμτβ.)
quattrocentésco (επίθ.) questionàrio (ουσ αρσ )
quattrocentèsimo (τακτ. αριθμ. επίθ.) questióne (θηλ.ουσ)
quattrocentìsta (ουσ αρσ και θηλ.) quésto (δεικτ. επίθ.)
quattrocentìstico (επίθ.) questóre (ουσ αρσ )
quattrocènto (αρσ. επίθ και ουσ) quèstua (θηλ.ουσ)
quattrofòglie (ουσ αρσ ) questuànte (ουσ αρσ και θηλ.)
quattromìla (αρσ. επίθ και ουσ) questuànte (επίθ.)
quégli (δεικτ. αντων.) questuàre (ρ. μτβ. και αμετβ.)
quéi (δεικτ. αντων.) questùra (θηλ.ουσ)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: