Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


quattrìno  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [kwatˈtrino]

1 μαμμωνάς
2 μεταλίκι
3 παραδάκι
4 τάλιρα
5 χαρτονομίσματα
6 παράδες
7 γρόσια
8 χρυσίο
9 αργύριο
10 πεκούνια
11 ρευστό
12 λεφτά
13 μονέδα
14 άσπρα
15 χρήμα
16 χρήματα
17 νόμισμα
18 ρεάλια
19 τάλαρα
20 πλούτος χρηματικός
21 όβολα
22 παράς


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  quattrinaio quattro  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

quattordicenne (επίθ.)
quattordicesimo (τακτ. αριθμ. επίθ.)
quattordici ( απόλ. αριθμ. επίθ.)
quattrinaio (ουσ αρσ )
quattrinaio (επίθ.)
quattrino (ουσ αρσ )
quattro ( απόλ. αριθμ. επίθ.)
quattrocchi (ουσ αρσ και θηλ.)
quattrocentesco (επίθ.)
quattrocentesimo (τακτ. αριθμ. επίθ.)
quattrocentista (ουσ αρσ και θηλ.)
quattrocentistico (επίθ.)
quattrocento (αρσ. επίθ και ουσ)
quattrofoglie (ουσ αρσ )
quattromila (αρσ. επίθ και ουσ)
quegli (δεικτ. αντων.)
quei (δεικτ. αντων.)
quello (δεικτ. επίθ.)
querceta (θηλ.ουσ)
querceto (ουσ αρσ )

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---