Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόquattrocènto
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [kwattroˈʧɛnto] τετρακόσια permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαil Quattrocento [αρσ.] = ο δέκατος πέμπτος αιώνας Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |