Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

fortuitaménte (επίρ.) fosfàtico (επίθ.)
fortùito, fortuìto (επίθ.) fosfatizzàre (ρ. μτβ.)
fortùna (θηλ.ουσ) fosfatizzazióne (θηλ.ουσ)
fortunàle (αρσ. επίθ και ουσ) fosfàto (ουσ αρσ )
fortunataménte (επίρ.) fosfène (ουσ αρσ )
fortunàto (επίθ.) fosfìna (θηλ.ουσ)
fortunóso (επίθ.) fosfìto (ουσ αρσ )
forùncolo (ουσ αρσ ) fosfolipìde (ουσ αρσ )
foruncolòsi (θηλ.ουσ) fosforàre (ρ. μτβ.)
forviàre (ρ.αμτβ.) fosforàto (επίθ.)
forviàre (ρ. μτβ.) fosforeggiàre (ρ.αμτβ.)
fòrza (θηλ.ουσ) fosforescènte (επίθ.)
forzaménto (ουσ αρσ ) fosforescènza (θηλ.ουσ)
forzàre (ρ.αμτβ.) fosfòrico (επίθ.)
forzàre (ρ. μτβ.) fosforilàre (ρ. μτβ.)
forzataménte (επίρ.) fosforilazióne (θηλ.ουσ)
forzàto (ουσ αρσ ) fosforìsmo (ουσ αρσ )
forzàto (επίθ.) fosforìte (θηλ.ουσ)
forzatùra (θηλ.ουσ) fòsforo (ουσ αρσ )
forzière (ουσ αρσ ) fosforóso (επίθ.)
forzóso (επίθ.) fosfùro (ουσ αρσ )
forzùto (επίθ.) fosgène (ουσ αρσ )
foschìa (θηλ.ουσ) fòssa (θηλ.ουσ)
fósco (επίθ.) fossàto (ουσ αρσ )
fosfatàsi (θηλ.ουσ) fossétta (θηλ.ουσ)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: