vòlgere
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο
Προσφορά I.P.A.: [ˈvɔlʤere]
περιστρέφω
volgersi
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)
Προσφορά I.P.A.: [ˈvɔlʤersi]
1 κατευθύνομαι
2 κλίνω
3 ακολουθώ (σπουδές κλπ)
4 απασχολούμαι με
5 αλλάζω κατεύθυνση
6 στρέφομαι
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο
Προσφορά I.P.A.: [ˈvɔlʤere]
περιστρέφω
volgersi
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)
Προσφορά I.P.A.: [ˈvɔlʤersi]
1 κατευθύνομαι
2 κλίνω
3 ακολουθώ (σπουδές κλπ)
4 απασχολούμαι με
5 αλλάζω κατεύθυνση
6 στρέφομαι
permalink
volgere (ρ. μτβ. και αμετβ.)
volgersi (ρ.μ. (αντων.))

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android