ItalianoGreco


vessìllo  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [vesˈsillo]

1 σημαία
2 τετράγωνη σημαία ρωμαίων
3 παντιέρα
4 λάβαρο
5 παλιό πολεμικό λάβαρο


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---