Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόvecchiùme
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [vekˈkjume] 1 παλιοπράγματα 2 σκουπίδια 3 παλιά πράγματα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |