Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


usàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [uˈzare]

μεταχειρίζομαι, χρησιμοποιώ


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  usanza usato  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


usa e getta = μίας χρήσεως


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

urtoterapia (θηλ.ουσ)
uruguaiano (ουσ αρσ )
uruguaiano (επίθ.)
usabile (επίθ.)
usanza (θηλ.ουσ)
usare (ρ. μτβ.)
usato (ουσ αρσ )
usato (επίθ.)
usbeco (ουσ αρσ )
usbeco (επίθ.)
usbergo (ουσ αρσ )
uscente (επίθ.)
usciere (ουσ αρσ )
uscio (ουσ αρσ )
uscire (ρ.αμτβ.)
uscita (θηλ.ουσ)
usignolo (ουσ αρσ )
usitato (επίθ.)
uso (ουσ αρσ )
uso (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---