Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόùrgere
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [ˈurʤere] 1 καίγομαι 2 βιάζομαι 3 επείγομαι ùrgere ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [ˈurʤere] πιέζω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |