Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόurgènte
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [urˈʤɛnte] επείγων (-ουσα, -ον) permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαcasi [αρσ. πλυθ.] urgenti = τα επείγοντα περιστατικά Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |