Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόuntóre
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [unˈtore] άρρωστος που μεταδίδει πανούκλα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z |
Ën piemontèis |