Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόumoristicaménte
επίρρημα Προσφορά I.P.A.: [umoristikaˈmente] 1 χιουμοριστικά 2 αστεία permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |