Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόumóre
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [uˈmore] η διάθεση permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαsono di buon umore = είμαι στις καλές μου Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |