Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόumettazióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [umettatˈtsjone] 1 νότισμα 2 πότισμα 3 εμποτισμός 4 νοτισμός 5 μούσκεμα 6 διαβροχή 7 ύγρανση permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |