Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtrapanatóre
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [trapanaˈtore] 1 τρυπανιστής 2 γεωτρυπανιστής 3 χειριστής τρυπανιού permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |