Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtrapanàre
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [trapaˈnare] 1 τρυπώ με τρυπάνι 2 τρυπανίζω 3 τροχίζω (με οδοντιατρικό τροχό) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |