Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


tracannàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [trakanˈnare]

1 καταπίνω άπληστα
2 χλαπακίζω
3 καταβροχθίζω


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  tracagnotto traccheggiare  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

trabocchevole (επίθ.)
trabocco (ουσ αρσ )
trabucco (ουσ αρσ )
tracagnotto (ουσ αρσ )
tracagnotto (επίθ.)
tracannare (ρ. μτβ.)
traccheggiare (ρ.αμτβ.)
traccheggiare (ρ. μτβ.)
traccheggio (ουσ αρσ )
traccia (θηλ.ουσ)
tracciamento (ουσ αρσ )
tracciante (ουσ αρσ )
tracciante (επίθ.)
tracciare (ρ. μτβ.)
tracciato (αρσ. επίθ και ουσ)
tracciatore (ουσ αρσ )
tracciatrice (θηλ.ουσ)
tracciatura (θηλ.ουσ)
trace (ουσ αρσ )
trace (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---