Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtotalizzàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [totalidˈdzare] 1 σκοράρω (σπορ) 2 συνοψίζω 3 αθροίζω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |