Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtèmpera, témpera
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈtɛmpera], [ˈtempera] η τέμπερα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |