Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsùnna
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈsunna] 1 Ισλαμική ορθοδοξία 2 Σούνα (Μουσουλμανικός νόμος) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |