sudicerìa
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [sudiʧeˈria]
1 ακοσμία
2 μίανση
3 απρέπεια
4 αισχρολογία
5 χυδαιολογία
6 λέρα
7 ακαθαρσία
8 ρυπαρότητα
9 απλυσιά
10 βρόμα
11 βρομερότητα
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [sudiʧeˈria]
1 ακοσμία
2 μίανση
3 απρέπεια
4 αισχρολογία
5 χυδαιολογία
6 λέρα
7 ακαθαρσία
8 ρυπαρότητα
9 απλυσιά
10 βρόμα
11 βρομερότητα
permalink
sudiceria (θηλ.ουσ)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android