ItalianoGreco


sudicerìa  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [sudiʧeˈria]

1 ακοσμία
2 μίανση
3 απρέπεια
4 αισχρολογία
5 χυδαιολογία
6 λέρα
7 ακαθαρσία
8 ρυπαρότητα
9 απλυσιά
10 βρόμα
11 βρομερότητα


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---