sudiciùme
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [sudiˈʧume]
1 βρώμα
2 ποταπότητα
3 βρωμιά
4 λέρα
5 αισχρότητα
6 ακαθαρσία
7 βρωμερότητα
8 χυδαιότητα
9 ρυπαρότητα
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [sudiˈʧume]
1 βρώμα
2 ποταπότητα
3 βρωμιά
4 λέρα
5 αισχρότητα
6 ακαθαρσία
7 βρωμερότητα
8 χυδαιότητα
9 ρυπαρότητα
permalink
sudiciume (ουσ αρσ )

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android