Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


sudòvest, sud–òvest  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [suˈdɔvest]

νοτιοδυτικά


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  sudoriparo sudvietnamita  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

sudorazione (θηλ.ουσ)
sudore (ουσ αρσ )
sudorifero (επίθ.)
sudorifico (επίθ.)
sudoriparo (επίθ.)
sudovest, sud–ovest (ουσ αρσ )
sudvietnamita (ουσ αρσ και θηλ.)
sudvietnamita (επίθ.)
suesposto (επίθ.)
sufficiente (επίθ.)
sufficientemente (επίρ.)
sufficienza (θηλ.ουσ)
suffisso (αρσ. επίθ και ουσ)
suffraganeità (θηλ.ουσ)
suffraganeo (επίθ.)
suffragare (ρ. μτβ.)
suffragazione (θηλ.ουσ)
suffragetta (θηλ.ουσ)
suffragio (ουσ αρσ )
suffragista (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---