Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsuffragétta
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [suffraˈʤetta] 1 διεκδικούσα δικαίωμα ψήφου 2 σουφραζέτα 3 φεμινίστρια permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |