Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόsuffràgio
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [sufˈfraʤo] 1 επιδοκιμασία 2 μεσολάβηση (στο Θεό) 3 κίνημα φεμινιστικό 4 υποστήριξη 5 δικαίωμα ψήφου 6 στήριγμα 7 υποστήριγμα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |