Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόstrìscia
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈstriʃʃa] η λουρίδα permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαa strisce = μέ ρίγες || strisce [θηλ. πλυθ.] pedonali = η διάβαση πεζών Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |